Αγγλικά » Σλοβενικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: cur , currant και curate

cur [kɜ:ʳ] ΟΥΣ μειωτ λογοτεχνικό (dog, person)

cur
bastard αρσ
cur
cur
cucek αρσ

cur·rant [ˈkʌrənt] ΟΥΣ

1. currant (dried grape):

rozina θηλ
korinta θηλ
šarkelj αρσ

2. currant (berry):

ribez αρσ

cu·rate [ˈkjʊərət] ΟΥΣ ΘΡΗΣΚ

kurat αρσ
kaplan αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina