Αγγλικά » Σλοβενικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: censorship , censor και censorious

cen·sor·ship [ˈsen(t)səʃɪp] ΟΥΣ no πλ

I . cen·sor [ˈsen(t)səʳ] ΟΥΣ

cenzor(ka) αρσ (θηλ)

II . cen·sor [ˈsen(t)səʳ] ΡΉΜΑ μεταβ

cen·so·ri·ous [sen(t)ˈsɔ:riəs] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina