Αγγλικά » Σλοβενικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: bombing , bombast , bombard , bomber και bombed

bomb·ing [ˈbɒmɪŋ] ΟΥΣ

bombed [αμερικ bɑ:md] ΕΠΊΘ αμερικ οικ

bomb·er [ˈbɒməʳ] ΟΥΣ

1. bomber (plane):

bombnik αρσ

2. bomber (person):

bombni terorist(ka) αρσ (θηλ)

bom·bard [bɒmˈbɑ:d] ΡΉΜΑ μεταβ

bom·bast [ˈbɒmbæst] ΟΥΣ no πλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina