drugged στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για drugged στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

drugged → drug II

2. drug (narcotic):

droga θηλ also μτφ
to be on or to take drugs ΑΘΛ
to do drugs οικ

II.drug <forma in -ing drugging, παρελθ, μετ παρακειμ drugged> [βρετ drʌɡ, αμερικ drəɡ] ΡΉΜΑ μεταβ

drugged στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για drugged στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Μεταφράσεις για drugged στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
drugged

drugged Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

tossicodipendente αρσ θηλ
trafficante αρσ θηλ di droga
spacciatore(-trice) αρσ (θηλ)
tossicodipendente αρσ θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "drugged" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski