mercantilism [βρετ ˈməːk(ə)ntəˌlɪz(ə)m, məːˈkantɪlɪz(ə)m, αμερικ mərˈkæn(t)əˌlɪzəm] ΟΥΣ
1. mercantilism (system):
- mercantilismo αρσ
Εδώ μπορείτε να σημειώσετε βελτιωτικές προτάσεις ή σχόλια σχετικά με λάθη σε αυτό το λήμμα:
Πώς μπορώ να μεταφέρω τις μεταφράσεις στον προπονητή λεξιλογίου;
Έχετε υπόψη ότι τα λήμματα σε αυτήν τη λίστα λεξιλογίου διατίθενται μόνο σε αυτό τον περιηγητή. Μόλις τα περάσετε όμως στον προπονητή λεξιλογίου, θα μπορείτε να τα καλέσετε από παντού.