I.pinko <pl pinkos or pinkoes> [αμερικ ˈpɪŋkoʊ, βρετ ˈpɪŋkəʊ] ΟΥΣ οικ, μειωτ
II.pinko [αμερικ ˈpɪŋkoʊ, βρετ ˈpɪŋkəʊ] ΕΠΊΘ οικ, μειωτ
- comunistoide μειωτ
- rojillo οικ
Εδώ μπορείτε να σημειώσετε βελτιωτικές προτάσεις ή σχόλια σχετικά με λάθη σε αυτό το λήμμα:
Πώς μπορώ να μεταφέρω τις μεταφράσεις στον προπονητή λεξιλογίου;
Έχετε υπόψη ότι τα λήμματα σε αυτήν τη λίστα λεξιλογίου διατίθενται μόνο σε αυτό τον περιηγητή. Μόλις τα περάσετε όμως στον προπονητή λεξιλογίου, θα μπορείτε να τα καλέσετε από παντού.