pyrotechnics [αμερικ ˌpaɪrəˈtɛknɪks, βρετ pʌɪrə(ʊ)ˈtɛknɪks] ΟΥΣ
1. pyrotechnics (science):
- pyrotechnics + ενικ ρήμα
- pirotecnia θηλ
2. pyrotechnics (fireworks):
- pyrotechnics + pl ρήμα
- verbal pyrotechnics τυπικ
- verbal pyrotechnics τυπικ
Εδώ μπορείτε να σημειώσετε βελτιωτικές προτάσεις ή σχόλια σχετικά με λάθη σε αυτό το λήμμα:
Πώς μπορώ να μεταφέρω τις μεταφράσεις στον προπονητή λεξιλογίου;
Έχετε υπόψη ότι τα λήμματα σε αυτήν τη λίστα λεξιλογίου διατίθενται μόνο σε αυτό τον περιηγητή. Μόλις τα περάσετε όμως στον προπονητή λεξιλογίου, θα μπορείτε να τα καλέσετε από παντού.