I.cozy, cosy βρετ [αμερικ ˈkoʊzi, βρετ ˈkəʊzi] ΕΠΊΘ <cozier, coziest>
3. cozy (convenient) μειωτ:
II.cozy, cosy βρετ [αμερικ ˈkoʊzi, βρετ ˈkəʊzi] ΟΥΣ <pl cozies cosies>
- cubrehuevos αρσ
- cubreteteras αρσ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.