Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „wrathfully“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

wrath·ful·ly [ˈrɒθfəli, αμερικ ˈræθ-] ΕΠΊΡΡ τυπικ λογοτεχνικό dated

wrathfully
wrathfully

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αγγλικά
He then wrathfully reveals that he knows of the lack of virtue of the women of his own house.
en.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "wrathfully" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文