Αγγλικά » Γερμανικά

trans·mit·ted [trænzˈmɪtɪd, αμερικ trænˈsmɪtɪd] ΕΠΊΘ αμετάβλ ΦΥΣ ΕΠΙΣΤ

direct light, transmitted-light ΟΥΣ

sex·ual·ly trans·mit·ted dis·ˈease ΟΥΣ, STD ΟΥΣ

sexually transmitted infection, STI ΟΥΣ

Καταχώριση χρήστη
sexually transmitted infection, STI ΙΑΤΡ

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

transmitted light microscopy no pl

Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "transmitted" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文