Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „pushily“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

pushi·ly [ˈpʊʃɪli] ΕΠΊΡΡ μτφ μειωτ οικ

1. pushily (aggressively):

pushily
pushily

2. pushily (obnoxiously):

pushily

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αγγλικά
It's not a very pushily academic school, and they take in pupils from all walks of life, but the results are very good.
www.telegraph.co.uk

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "pushily" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文