Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „long-term sick long-term sick person“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

long-term sick (person) ΟΥΣ ΑΣΦΆΛ

Ειδικό λεξιλόγιο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文