Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „lesbo“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

les·bo [ˈlezboʊ] ΟΥΣ αμερικ προσβλ οικ

lesbo συντομογραφία: lesbian

lesbo
Lesbe θηλ a. μειωτ οικ

Βλέπε και: lesbian

I . les·bian [ˈlezbiən] ΟΥΣ

II . les·bian [ˈlezbiən] ΕΠΊΘ αμετάβλ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αγγλικά
It's because she's a lesbo.
www.kotaku.com.au

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "lesbo" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文