Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „in-your-face“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

in-your-face [ˌɪnjəˈfeɪs, αμερικ -jɚˈ-] ΕΠΊΘ οικ

1. in-your-face (defiant):

in-your-face
in-your-face lie
rotzfreche Lüge αργκ

2. in-your-face (irritating):

in-your-face look, smile
in-your-face look, smile

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

in-your-face allegation
in-your-face lie
rotzfreche Lüge αργκ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "in-your-face" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文