Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „immolate“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

im·mo·late [ˈɪməʊleɪt, αμερικ ˈɪməleɪt] ΡΉΜΑ μεταβ

immolate ΘΡΗΣΚ τυπικ (sacrifice):

to immolate an animal
μτφ to immolate sth to sb
jdm etw αιτ [auf]opfern

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文