Αγγλικά » Γερμανικά

I . ding1 [dɪŋ] ΡΉΜΑ αμετάβ

ding

II . ding1 [dɪŋ] ΕΠΊΡΡ

to go ding
to go ding

III . ding1 [dɪŋ] ΟΥΣ

ding
Klingeln ουδ
ding
Läuten ουδ

IV . ding1 [dɪŋ] ΕΠΙΦΏΝ

ding
Ring!

ding2 [dɪŋ] ΟΥΣ αυστραλ αργκ

ding
Riesenparty θηλ οικ
ding
Riesending ουδ οικ

ding3 [dɪŋ] ΟΥΣ

to get a ding οικ

I . ding-dong [ˈdɪŋdɒŋ, αμερικ -dɑ:ŋ] ΟΥΣ no pl

1. ding-dong ηχομιμητ:

Bimbam ουδ

2. ding-dong esp βρετ, αυστραλ οικ (argument):

Krach αρσ οικ

3. ding-dong βρετ οικ (party):

[Riesen]ding ουδ οικ

II . ding-dong [ˈdɪŋdɒŋ, αμερικ -dɑ:ŋ] ΕΠΊΘ προσδιορ esp βρετ, αυστραλ οικ

III . ding-dong [ˈdɪŋdɒŋ, αμερικ -dɑ:ŋ] ΕΠΊΡΡ

I . ding-a-ling [ˈdɪŋəlɪŋ] ΟΥΣ

1. ding-a-ling ηχομιμητ:

Klingeling ουδ

2. ding-a-ling αμερικ οικ (stupid person):

Depp αρσ μειωτ

II . ding-a-ling [ˈdɪŋəlɪŋ] ΕΠΊΘ προσδιορ αργκ (stupid)

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

to get a ding οικ
to go ding

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "ding" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文