Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „covetously“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

cov·et·ous·ly [ˈkʌvɪtəsli, αμερικ -t̬-] ΕΠΊΡΡ

covetously
to look/glance covetously

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

to look/glance covetously

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αγγλικά
One of the firm's employees noticed the lady in question covetously eyeing a piece of cloth in a roll.
www.odt.co.nz

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "covetously" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文