Αγγλικά » Γερμανικά

ECP [ˌi:si:ˈpi:] ΟΥΣ

ECP ΟΙΚΟΝ, ΧΡΗΜΑΤΟΠ συντομογραφία: Eurocommercial paper

ECP

Βλέπε και: Eurocommercial paper

Euro·com·mer·cial ˈpa·per ΟΥΣ, ECP ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ, ΧΡΗΜΑΤΟΠ

Euro·com·mer·cial ˈpa·per ΟΥΣ, ECP ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ, ΧΡΗΜΑΤΟΠ

ECP ΟΥΣ

Ειδικό λεξιλόγιο

ECP συντομογραφία: euro CP ΧΡΗΜΑΤΑΓ

ECP

Βλέπε και: euro CP

euro CP ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ

Ειδικό λεξιλόγιο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文