Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „Aleut“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

Al·eut [əˈlju:t, αμερικ əˈlu:t] ΟΥΣ

1. Aleut (person):

Aleut
Aleut(in) αρσ (θηλ)

2. Aleut (language):

Aleut
Aleutisch ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文