displacement [βρετ dɪsˈpleɪsm(ə)nt, αμερικ dɪsˈpleɪsmənt] ΟΥΣ
1. displacement (of workers, jobs):
- déplacement αρσ
2. displacement (of population):
- déplacement αρσ
3. displacement:
- déplacement αρσ
4. displacement ΨΥΧ:
- transfert αρσ
Εδώ μπορείτε να σημειώσετε βελτιωτικές προτάσεις ή σχόλια σχετικά με λάθη σε αυτό το λήμμα:
Πώς μπορώ να μεταφέρω τις μεταφράσεις στον προπονητή λεξιλογίου;
Έχετε υπόψη ότι τα λήμματα σε αυτήν τη λίστα λεξιλογίου διατίθενται μόνο σε αυτό τον περιηγητή. Μόλις τα περάσετε όμως στον προπονητή λεξιλογίου, θα μπορείτε να τα καλέσετε από παντού.