purè στο λεξικό PONS

purè Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

purè m di patate

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski