incassante στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για incassante στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

4. incassare (sopportare, subire):

incassare μτφ
Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για incassante στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
roccia θηλ incassante
roccia θηλ incassante
cash in αμερικ check
to stand the gaff αμερικ

incassante στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για incassante στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

incassare [iŋ·kas·ˈsa:·re] ΡΉΜΑ μεταβ

Μεταφράσεις για incassante στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

incassante Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Ιταλικά
Lo studio mineralogico e chimico dettagliato del contatto granito-roccia incassante ha permesso di esprimere quantitativamente la contaminazione reciproca attraverso dei gradienti di composizione chimica.
it.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski