Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ψάθα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ψάθα [ˈpsaθa] SUBST θηλ

1. ψάθα (στρώμα):

ψάθα
Strohmatte θηλ

2. ψάθα (καπέλο):

ψάθα
Strohhut αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με ψάθα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский