Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φορτίο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φορτίο [fɔrˈtiɔ] SUBST ουδ

1. φορτίο (ό,τι φορτώθηκε) ΗΛΕΚ:

φορτίο
Ladung θηλ
ένα φορτίο 20 τόνων
ιικό φορτίο
Viruslast θηλ
ηλεκτρικό φορτίο
Transitladung θηλ
επαγωγικό φορτίο
induktive Last θηλ
ελεύθερο φορτίο
freie Ladung θηλ
κινούμενο φορτίο ΗΛΕΚ
πυρηνικό φορτίο ΦΥΣ
Kernladung θηλ
ωφέλιμο φορτίο
Nutzlast θηλ

2. φορτίο (ό,τι αποστέλλεται):

φορτίο
Fracht θηλ
αεροπορικό φορτίο
Luftfracht θηλ
Transitfracht θηλ
φορτίο πλοίου
Schiffsfracht θηλ
Frachtversand αρσ
Frachtannahme θηλ

3. φορτίο (βάρος):

φορτίο και μτφ
Last θηλ
αξονικό φορτίο
Axiallast θηλ
αξονικό φορτίο
γενετικό φορτίο
συνεχές φορτίο
Dauerlast θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με φορτίο

ιικό φορτίο
Viruslast θηλ
επαγωγικό φορτίο
ηλεκτρικό φορτίο
ελεύθερο φορτίο
freie Ladung θηλ
κινούμενο φορτίο ΗΛΕΚ
φορτίο πλοίου
αξονικό φορτίο
Axiallast θηλ
ωφέλιμο φορτίο
Nutzlast θηλ
Luftfracht θηλ
γενετικό φορτίο
συνεχές φορτίο
Dauerlast θηλ
πυρηνικό φορτίο ΦΥΣ
Kernladung θηλ
ιοντικό φορτίο
αρνητικό φορτίο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский