Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φιδίσιος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φιδίσι|ος <-α, -ο> [fiˈðisçɔs] ΕΠΊΘ

1. φιδίσιος (φιδιού):

φιδίσιος
Schlangen-

2. φιδίσιος μτφ (λεπτός):

φιδίσιος

3. φιδίσιος μτφ (ευλύγιστος):

φιδίσιος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский