Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συνδικαλιστής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συνδικαλιστής (συνδικαλίστρια) [sinðikalisˈtis, sinðikaˈlistria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

συνδικαλιστής (συνδικαλίστρια)
Gewerkschaft(l)er(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский