Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συμπτωματολογία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συμπτωματολογία [simptɔmatɔlɔˈjia] SUBST θηλ

1. συμπτωματολογία (σύνολο συμπτωμάτων):

συμπτωματολογία
Symptomatik θηλ

2. συμπτωματολογία (ιατρικός κλάδος):

συμπτωματολογία
Symptomatik θηλ
συμπτωματολογία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский