Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στύλωμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στύλωμα [ˈstilɔma] SUBST ουδ (υποστήριγμα)

στύλωμα
Stütze θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский