Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στυλοβάτης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στυλοβάτης [stilɔˈvatis] SUBST αρσ

1. στυλοβάτης (στύλου):

στυλοβάτης
Sockel αρσ

2. στυλοβάτης (αρχαίου ναού):

στυλοβάτης
Stylobat αρσ

3. στυλοβάτης μτφ:

στυλοβάτης
Pfeiler αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский