Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στροβιλοφόρος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στροβιλοφόρ|ος <-α, -ο> [strɔvilɔˈfɔrɔs] ΕΠΊΘ

στροβιλοφόρος
Turbinen-
στροβιλοφόρος κινητήρας ΑΕΡΟ
TL-Triebwerk ουδ
στροβιλοφόρος κινητήρας ΑΕΡΟ

Παραδειγματικές φράσεις με στροβιλοφόρος

στροβιλοφόρος κινητήρας ΑΕΡΟ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский