Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σταθεροποίηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σταθεροποίησ|η <-εις> [staθɛrɔˈpiisi] SUBST θηλ

1. σταθεροποίηση:

σταθεροποίηση
Festigung θηλ
σταθεροποίηση
οικονομική σταθεροποίηση
οικονομική σταθεροποίηση
σταθεροποίηση της αγοράς

2. σταθεροποίηση ΦΩΤΟΓΡ (εμφανίζοντας φιλμ):

σταθεροποίηση
Fixierung θηλ

3. σταθεροποίηση ΦΩΤΟΓΡ (ψηφιακής μηχανής):

σταθεροποίηση
σταθεροποίηση εικόνας

Παραδειγματικές φράσεις με σταθεροποίηση

σταθεροποίηση θηλ όχθης
οικονομική σταθεροποίηση
σταθεροποίηση εικόνας
σταθεροποίηση της αγοράς

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский