Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ριψοκινδυνεύω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . ριψοκινδυν|εύω <-εψα> [ripsɔcinðiˈnɛvɔ] VERB μεταβ

1. ριψοκινδυνεύω (κινδυνεύω):

ριψοκινδυνεύω

2. ριψοκινδυνεύω (δοκιμάζω παρά τον κίνδυνο):

ριψοκινδυνεύω

II . ριψοκινδυν|εύω <-εψα> [ripsɔcinðiˈnɛvɔ] VERB αμετάβ

ριψοκινδυνεύω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский