Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ριζικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ριζικ|ός <-ή, -ό> [riziˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. ριζικός (της ρίζας):

ριζικός
Wurzel-

2. ριζικός (θεμελιώδης):

ριζικός

3. ριζικός (ολοκληρωτικός):

ριζικός

4. ριζικός ΜΑΘ:

ριζικός
Wurzel-, radikal, Radikal-
ριζικός άξονας
Radikalachse θηλ
ριζικός άξονας
Potenzlinie θηλ
Potenzzentrum ουδ
Wurzelzeichen ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με ριζικός

ριζικός άξονας

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский