Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πόσιμος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πόσιμ|ος <-η, -ο> [ˈpɔsimɔs] ΕΠΊΘ

πόσιμος
trinkbar, Trink-
Trinkwasser ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский