Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πανικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πανικός [paniˈkɔs] SUBST αρσ

πανικός
Panik θηλ
Panikstörung θηλ
κρίση θηλ πανικού ΨΥΧ
Panikattacke θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με πανικός

τον έπιασε πανικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский