Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ορολογία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ορολογία [ɔrɔlɔˈjia] SUBST θηλ

1. ορολογία (ειδικές λέξεις):

ορολογία
Terminologie θηλ
νομική ορολογία

2. ορολογία ΙΑΤΡ:

ορολογία
Serologie θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με ορολογία

νομική ορολογία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский