Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ξεμπαρκάρω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . ξεμπαρκάρ|ω <-α [ή -ισα] > [ksɛbarˈkarɔ] VERB μεταβ (αποβιβάζω)

ξεμπαρκάρω

II . ξεμπαρκάρ|ω <-α [ή -ισα] > [ksɛbarˈkarɔ] VERB αμετάβ (αποβιβάζομαι)

ξεμπαρκάρω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский