Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ξέσκεπος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ξέσκεπ|ος <-η, -ο> [ˈksɛscɛpɔs] ΕΠΊΘ

1. ξέσκεπος (ακάλυπτος):

ξέσκεπος

2. ξέσκεπος μτφ (ειλικρινής):

ξέσκεπος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский