Ελληνικά » Γερμανικά

μικτός

μικτός βλ μικτός

Βλέπε και: μ(ε)ικτός

μ(ε)ικτ|ός [mikˈtɔs], μ(ε)ιχτ|ός [mixˈtɔs] <-ή, -ό> ΕΠΊΘ

1. μ(ε)ικτός:

μ(ε)ικτός

μ(ε)ικτ|ός [mikˈtɔs], μ(ε)ιχτ|ός [mixˈtɔs] <-ή, -ό> ΕΠΊΘ

1. μ(ε)ικτός:

μ(ε)ικτός

Παραδειγματικές φράσεις με μικτός

μικτός αριθμός ΜΑΘ
μικτός τζίρος
μικτός γάμος
Mischehe θηλ
μικτός τόκος
Bruttozins αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский