Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μερεμέτι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μερεμέτι [mɛrɛˈmɛti] SUBST ουδ (επισκευή)

μερεμέτι
Ausbesserung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский