Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μαρμαρώνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . μαρμαρώ|νω <-σα, -θηκα, -μένος> [marmaˈrɔnɔ] VERB μεταβ

1. μαρμαρώνω (τοίχο):

μαρμαρώνω

2. μαρμαρώνω (δάπεδο):

μαρμαρώνω

3. μαρμαρώνω (απολιθώνω):

μαρμαρώνω

II . μαρμαρώ|νω <-σα, -θηκα, -μένος> [marmaˈrɔnɔ] VERB αμετάβ μτφ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский