Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κρανίο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κρανίο [kraˈniɔ] SUBST ουδ

κρανίο
Schädel αρσ
τα παίρνω στο κρανίο οικ

Παραδειγματικές φράσεις με κρανίο

τα παίρνω στο κρανίο οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский