Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κορμάκι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κορμάκι [kɔrˈmaci] SUBST ουδ (ρούχο)

κορμάκι
Bodysuit αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский