Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κοπίδι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κοπίδι [kɔˈpiði] SUBST ουδ

κοπίδι
Meißel αρσ
πλατύ κοπίδι
Flachmeißel αρσ
κοπίδι ουδ
Teppichmesser ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με κοπίδι

πλατύ κοπίδι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский