Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καταμετρώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καταμετρ|ώ <-άς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [katamɛˈtrɔ] VERB μεταβ

1. καταμετρώ (παίρνω τις διαστάσεις):

καταμετρώ

2. καταμετρώ (μετρώ):

καταμετρώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский