Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καρβουνιάρης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καρβουνιάρης (καρβουνιάρισσα) [karvuˈɲaris, karvuˈɲarisa] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

καρβουνιάρης (καρβουνιάρισσα)
Kohlenhändler(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский