Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καθαρτικό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καθαρτικό [kaθartiˈkɔ] SUBST ουδ

καθαρτικό
Abführmittel ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με καθαρτικό

καθαρτικό αφέψημα
Abführtee αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский