Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ιστορικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . ιστορικ|ός <-ή, -ό> [istɔriˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. ιστορικός:

ιστορικός

II . ιστορικ|ός [istɔriˈkɔs] SUBST mf

ιστορικός
Historiker(in) αρσ (θηλ)

Παραδειγματικές φράσεις με ιστορικός

ένας επιφανής ιστορικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский