Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „θηλεοποίηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

θηλεοποίησ|η <-εις> [θilɛɔˈpiisi] SUBST θηλ ΙΑΤΡ

θηλεοποίηση
Feminisierung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский