Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: ηττημένος , τετμημένη , ηττώμαι , υφιστάμενη και ηγουμένη

ηττημέν|ος <-η, -ο> [itiˈmɛnɔs] ΕΠΊΘ

τετμημένη [tɛtmiˈmɛni] SUBST θηλ ΜΑΘ

ηγουμένη [iɣuˈmɛni], ηγουμένισσα [iɣuˈmɛnisa] SUBST θηλ

υφιστάμενος [ifisˈtamɛnɔs] SUBST αρσ, υφιστάμενη [ifisˈtamɛni], υφισταμένη [ifistaˈmɛni] SUBST θηλ

ηττ|ώμαι <-ήθηκα, -ημένος> [iˈtɔmɛ] VERB αυτοπ ρήμα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский